Ο όρος δερματίτιδα είναι γενικός και περιγράφει τη φλεγμονή του δέρματος που έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση ερυθρότητας, κνησμού ή / και απολέπισης στο δέρμα. Η δερματίτιδα εξ επαφής είναι μια μορφή δερματίτιδας που προκαλείται από την επαφή μεταξύ του δέρματος και μιας ουσίας. Η ουσία μπορεί να είναι αλλεργιογόνο (ουσία που προκαλεί αλλεργική αντίδραση) ή ερεθιστική (ουσία που βλάπτει το δέρμα). Διακρίνουμε λοιπόν δυο τύπους δερματίτιδας εξ επαφής, την ερεθιστική και την αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής.
Η ερεθιστική δερματίτιδα εξ επαφής αποτελεί το 80% των περιπτώσεων δερματίτιδας εξ επαφής και εμφανίζεται όταν το δέρμα έρχεται σε άμεση επαφή με μια ουσία που ερεθίζει φυσικά, μηχανικά ή χημικά το δέρμα, διαταράσσοντας το φυσιολογικό φραγμό του δέρματος.
Οι πιο συχνές αιτίες της ερεθιστικής δερματίτιδας είναι προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε καθημερινή βάση, όπως σαπούνι, καθαριστικά κ.α. Οποιοσδήποτε μπορεί να αναπτύξει ερεθιστική δερματίτιδα ωστόσο τα άτομα με άλλες δερματικές παθήσεις, ξηρό δέρμα ή «ευαίσθητο» δέρμα διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο.
Η αλλεργική δερματίτιδα επαφής εμφανίζεται όταν το δέρμα έρχεται σε άμεση επαφή με κάποιο αλλεργιογόνο. Αυτό ενεργοποιεί το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος, το οποίο προκαλεί φλεγμονή. Η αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής μπορεί να εμφανιστεί μετά την έκθεση σε ένα νέο προϊόν ή μετά τη χρήση ενός προϊόντος για μήνες ή χρόνια.
Τα πιο συνηθισμένα αλλεργιογόνα είναι το νικέλιο σε κοσμήματα, αρώματα και καλλυντικά, συστατικά από καουτσούκ, βερνίκι νυχιών και χημικά στα παπούτσια. Αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής μπορεί επίσης να προκληθεί από ορισμένα φάρμακα, όπως κρέμα υδροκορτιζόνης, αντιβιοτικές κρέμες βενζοκαΐνη και thimerosal. Τα απορρυπαντικά ρούχων είναι μια ασυνήθιστη αιτία αλλεργικής δερματίτιδας εξ επαφής.
Στην οξεία φάση της ΔΕΕ υπάρχει έντονος κνησμός, ερυθρότητα του δέρματος με μικρές φυσαλίδες που σπάζουν και οροροούν. Εάν η δερματίτιδα γίνει χρόνια, εκτός από τον κνησμό που παραμένει, στο δέρμα γίνεται ξηρό απολεπίζεται και να αλλάξει η υφή και το χρώμα του. Το εξάνθημα περιορίζεται συνήθως σε περιοχές που ήταν σε άμεση επαφή με το αλλεργιογόνο, αλλά μπορεί να εμφανιστεί εξάνθημα σε άλλες περιοχές του σώματος, εάν το αλλεργιογόνο μεταφέρθηκε σε αυτές τις περιοχές στα χέρια ενός ατόμου.
Το εξάνθημα εμφανίζεται συνήθως εντός 12 έως 48 ωρών από την έκθεση στο αλλεργιογόνο, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να μην εμφανίζεται για έως και δύο εβδομάδες. Λιγότερο συχνά, το εξάνθημα επιμένει για μήνες ή χρόνια, γεγονός που καθιστά δύσκολη την αναγνώριση της αιτίας της αντίδρασης.
Oι δυο τύποι δερματίτιδας εξ επαφής παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες. Το ιστορικό βοηθάει αρκετά αλλά δεν μπορεί να γίνει εύκολα διάκριση. Καθοριστικό ρόλο στη διάγνωση παίζουν οι επιδερμιδικές δοκιμασίες (patch test).