Πολύ συχνά ακούμε εκφράσεις όπως, ‘έπαθα αλλεργικό σοκ’, ‘έπαθα αναφυλαξία’. Δυστυχώς οι εκφράσεις αυτές δεν αντικατοπτρίζουν πάντα την πραγματική φύση και σοβαρότητα ενός αλλεργικού επεισοδίου και συχνά προκαλούν σύγχυση σε ασθενείς και γιατρούς άλλων ειδικοτήτων.
Για παράδειγμα ό όρος ‘αναφυλαξία’ χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει ένα εξάνθημα που συνοδεύεται από έντονο κνησμό, χωρίς άλλα συμπτώματα αλλεργίας (βήχα, δύσπνοια, πτώση πίεσης κ.λπ.). Στην πραγματικότητα αυτή είναι η κλινική εικόνα της κνίδωσης η οποία είναι μεν μια δυσάρεστη εμπειρία αλλά δεν είναι επικίνδυνη για τη ζωή.
Αντίθετα, η Αναφυλαξία είναι μια πολύ σοβαρή, δυνητικά επικίνδυνη για τη ζωή, συστηματική αλλεργική αντίδραση που εμφανίζεται ξαφνικά, μετά την επαφή με αλλεργιογόνο ουσία. Συστηματική, σημαίνει ότι μπορεί να έχουμε κνησμό και εξάνθημα (κνίδωση) αλλά υπάρχουν συμπτώματα και από άλλα όργανα και συστήματα του οργανισμού. Επίσης είναι πιθανό να έχουμε πολύ σοβαρά συμπτώματα (δύσπνοια, απόφραξη λάρυγγα, πτώση πίεσης) χωρίς να έχουμε κάποιο σύμπτωμα από το δέρμα.
Η αναφυλαξία είναι μια σχετικά σπάνια ιατρική κατάσταση, ο επιπολασμός της υπολογίζεται σε 0.3%. Το ποσοστό θανατηφόρας έκβασης μιας αναφυλακτικής αντίδρασης είναι κάτω από 0,001%.
Οι συχνότερες αιτίες, που μπορεί να προκαλέσουν αναφυλακτική αντίδραση, είναι τα τρόφιμα, τα φάρμακα και οι νυγμοί υμενοπτέρων (μέλισσας ή σφήκας).
Η αναφυλακτική αντίδραση δεν έχει συγκεκριμένη κλινική εικόνα. Μπορεί να παρουσιαστεί με διάφορους συνδυασμούς συμπτωμάτων και σημείων, ανάλογα με τα όργανα και συστήματα, που συμμετέχουν στην αντίδραση κάθε φορά. Έτσι μπορεί να έχουμε συμπτώματα από το δέρμα όπως φαγούρα, εξάνθημα, κοκκινίλα, από το αναπνευστικό σύστημα με βήχα δύσπνοια, βραχνάδα στη φωνή, από το πεπτικό με πόνο στην κοιλιά εμέτους ή διάρροιες, από το κυκλοφορικό με ζάλη, αδυναμία ή λιποθυμία. Τα συμπτώματα αυτά δεν είναι απαραίτητο να εμφανισθούν όλα μαζί πάντοτε. Όλοι οι ασθενείς δεν εμφανίζουν το ίδια συμπτώματα, αλλά στον ίδιο ασθενή υπάρχει η τάση να εμφανίζονται κάθε φορά τα ίδια συμπτώματα αν και αυτό δεν είναι απαραίτητο.
Τα συμπτώματα εμφανίζονται μέσα σε λίγα λεπτά και η εξέλιξη ενός αναφυλακτικού επεισοδίου είναι απρόβλεπτη. Μπορεί να είναι ήπια και να επιλυθεί αυθόρμητα (χωρίς Ιατρική παρέμβαση) ή μπορεί να είναι σοβαρή και να εξελιχθεί μέσα σε λίγα λεπτά σε αναπνευστική ή καρδιαγγειακή ανεπάρκεια (shock) και θάνατο.
Πρέπει να τονίσουμε ότι είναι απίθανο να εμφανισθεί αναφυλακτική αντίδραση σε κάποιον που έρχεται σε επαφή για πρώτη φορά με το αλλεργιογόνο. Ο ασθενής πρέπει να έρθει σε επαφή με το αλλεργιογόνο αρκετές φορές, να έχει γίνει ήδη αλλεργική ευαισθητοποίηση και σε επόμενη επαφή να εμφανίσει αναφυλακτική αντίδραση. Συνήθως οι πρώτες αντιδράσεις είναι πιο ήπιες και προοδευτικά γίνονται βαρύτερες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, που έχει ήδη εμφανισθεί μια ύποπτη αντίδραση, ο ασθενής πρέπει να επισκεφθεί το ταχύτερο τον ειδικό Αλλεργιολόγο.
Άλλες φορές η αιτία της αναφυλαξίας είναι προφανής αλλά απαιτείται επιβεβαίωση και άλλες, δεν είναι προφανής. Ο Αλλεργιολόγος θα χρειασθεί ένα λεπτομερές ιστορικό και θα προβεί σε ειδικές εξετάσεις να αναγνωρισθεί ή επιβεβαιωθεί η αιτία της αναφυλαξίας. Όλα αυτά πρέπει να γίνουν πολύ σύντομα μετά το επεισόδιο, ώστε να έχουμε σωστή διάγνωση. Σε ένα πολύ μικρό ποσοστό δεν μπορεί να βρεθεί η πραγματική αιτία της αναφυλαξίας (ιδιοπαθής αναφυλαξία).
Στη συνέχεια ο γιατρός θα σας δώσει οδηγίες αποφυγής του αλλεργιογόνου και οδηγίες αντιμετώπισης του επεισοδίου. Οι οδηγίες αυτές είναι εξαιρετικά σημαντικές γιατί μπορεί να μας σώσουν τη ζωή. Επίσης σε αρκετές περιπτώσεις (τσιμπήματα, κάποια τρόφιμα) υπάρχει η δυνατότητα να αντιμετωπισθεί με ανοσοθεραπεία και να μειωθεί ή και να εξαλειφθεί ο κίνδυνος αναφυλαξίας.
Η σημασία της αδρεναλίνης
Κατά την έναρξη μιας αναφυλακτικής αντίδρασης, δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί πόσο σοβαρή θα γίνει, πόσο γρήγορα θα εξελιχθεί και εάν θα επιλυθεί άμεσα και πλήρως ή θα γίνει διφασική ή παρατεταμένη. Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία είναι απαραίτητη, αλλά δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Ο ελάχιστος χρόνος στον οποίο συμβαίνουν τα γεγονότα, η ποικιλία των συμπτωμάτων και των σημείων με τις οποία μπορεί να εκδηλωθεί, η έντονη συναισθηματική φόρτιση του ασθενούς, των συνοδών αλλά και του προσωπικού, η έλλειψη εμπειρίας και οι παγιωμένες Ιατρικές αντιλήψεις (φόβος για την αδρεναλίνη), δημιουργούν ένα περιβάλλον αρνητικό για τη σωστή αντιμετώπιση του ασθενούς.
Η σύγχρονη Ιατρική βασίζεται στη επιστημονική τεκμηρίωση. Οι σημαντικότερες κατευθυντήριες οδηγίες συμφωνούν ότι το φάρμακο πρώτης γραμμής για την άμεση θεραπεία της αναφυλαξίας είναι η αδρεναλίνη, με ενδομυϊκή χορήγηση και επανάληψη της δόσης μετά από 5-15 λεπτά, εάν η απόκριση στην πρώτη ένεση δεν είναι βέλτιστη. Τα αντιισταμινικά, η κορτιζόνη και άλλα φάρμακα, θεωρούνται φάρμακα δεύτερης γραμμής.
Όλοι οι ασθενείς που έχουν ιστορικό αναφυλακτικής αντίδρασης έχουν την οδηγία από το γιατρό τους να έχουν πάντοτε μαζί τους σκεύασμα αυτοενιέμενης αδρεναλίνης και οδηγίες για το πότε και πως θα το χρησιμοποιήσουν.